- αντίχριστος
- Σύμφωνα με τη χριστιανική πίστη, είναι η προσωποποίηση εκείνου ο οποίος φρονεί και πράττει αντίθετα προς τον Χριστό. Τον όρο αυτό συναντούμε στις επιστολές του Ευαγγελιστή Ιωάννη (Α΄ Ιω. β΄18, δ΄3, Β΄ Ιω. 7). Ονομάζει Α. εκείνον που αρνείται τον Θεό-Πατέρα και τον Χριστό ότι είναι o Υιός του Θεού, ενώ έργο του είναι να παρασύρει με το ψέμα τους ανθρώπους, ώστε να αρνηθούν τη θεότητα του Χριστού. Και ο Απόστολος Παύλος μιλά για την παρουσία και το έργο του Α., χωρίς όμως να χρησιμοποιεί την ίδια λέξη για να τον παρουσιάσει. Τον ονομάζει «άνθρωπον της αμαρτίας, υιόν της απωλείας, αντικείμενον και υπεραιρόμενον επί πάντα λεγόμενον Θεόν» (Β’ Θεσσ. β’ 1 εξ.). Ο Απόστολος Παύλος διαχωρίζει τον Α. από τον Σατανά, γιατί τον θεωρεί όργανό του. Στην Παλαιά Διαθήκη, στις διάφορες προφητείες και γενικά στην αποκαλυπτική γραμματεία του ιουδαϊσμού έχουμε συμβολικές παραστάσεις διαφόρων βασιλιάδων και αυτοκρατόρων που αντέδρασαν και κατάργησαν το θεοκρατικό πολίτευμα του Ισραήλ. Στην Καινή Διαθήκη χρησιμοποιούνται συνήθως οι παραστάσεις αυτές για να παρουσιάσουν τον Α. και το έργο του. Στην παράδοση της εκκλησίας, πολλοί Πατέρες μιλούν για τον Α., αλλά όχι συστηματικά. Ο Ιππόλυτος έγραψε και σχετικό βιβλίο με τίτλο Αποδείξεις εκ των Αγίων Γραφών περί του Χριστού και του Αντίχριστου. H κατά καιρούς εμφάνιση και παρουσία του Α. γινόταν σε κρίσιμες εποχές και σε φοβερούς διωγμούς και δοκιμασίες για την εκκλησία. Έτσι, παρουσιαζόταν η ευκαιρία να δουν σε συγκεκριμένα πρόσωπα τον Α., όπως π.χ. στο πρόσωπο του Νέρωνα, του Αττίλα, του Ιουλιανού του Παραβάτη, του Μωάμεθ κ.ά.
Παράσταση του Αντίχριστου σε γκραβούρα του Λούκας Κράναχ του Πρεσβύτερου (από το «Χρονικό της Νυρεμβέργης» του Σέντελ).
* * *ο (AM ἀντίχριστος)νεοελλ.1. εχθρός του Χριστού ή του χριστιανισμού, άθεος, ασεβής, αρνησίθρησκος2. συνεκδ. κακός, σκληρός, απάνθρωπος3. (ως κύριο όνομα) Αντίχριστοςο Σατανάς, ο Διάβολοςαρχ.-μσν.ο εκπρόσωπος του Σατανά, αντίπαλος του Χριστού που θα εμφανιστεί κατά την προφητεία πριν από τη συντέλεια του κόσμου.
Dictionary of Greek. 2013.